ῥῦτρα

ῥῦτρα
ῥῦτρα· λυτήρια, σωτήρια, σῶστρα, Hsch.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ρύτρον — τὸ, Α ευχαριστήρια θυσία ή προσφορά για σωτηρία από νόσο ή από κίνδυνο («ῥῡτρα λυτήρια, σωτήρια, σῶστρα», Ησύχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ῥῡ τού ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» + επίθημα τρον (πρβλ. κόμισ ρον, σῶσ τρον)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”